Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2020

Καρτέσιος και Κάντιος: “la raison naturelle sans la lumiere de la foi”

«Υπάρχει ένας κόσμος που μοναχά η ποίηση τον ανακαλεί. Υπάρχει ένας τέτοιος κόσμος. Μέσα στην Αναλυτική Γεωμετρία του Καρτέσιου ή σε ένα καθαρά λογικό οικοδόμημα, σε τι μπορεί να αντιστοιχεί τάχα ο στίχος του E. E. Cummings: 

nobody, not even the rain, has such small hands, 

Δεν μπορεί να αντιστοιχεί σε τίποτε μέσα εκεί. Η βροχή, βέβαια, δεν έχει χέρια. Μπαίνομε σε έναν κόσμο μη λογικό, που ωστόσο δεν είναι. Αντίθετα είναι κόσμος πραγματικός, τουλάχιστον όσο και ο καρτεσιανός. Όλα εδώ μέσα στον κόσμο αυτό στηρίζονται στο απερινόητο “not even the rain”. Καμιά συλλογιστική (του Αριστοτέλη ή αλλουνού), καμιά στατιστική, καμιά μέτρηση δεν μπορούν να συσχετιστούν με τον Όμηρο ή με τον Σαίξπηρ, αλλά ούτε και με την απειροελάχιστα μικρή υποδιαίρεση της ποίησης που μπορεί να περιέχεται στον αδιάστατο στίχο του E. E. Cummings (που περιέχει ωστόσο μέσα του την ποίηση ολάκερη, και αποτελεί, σα να λέγαμε, ένα χειροπιαστό ορισμό της αοριστίας της). Τίποτα (δεν μπορεί να αντιστοιχεί με το “not even the rain”). Υπάρχει ένας κόσμος που μοναχά η ποίηση τον ανακαλεί. Υπάρχει ένας τέτοιος κόσμος. Ας είναι ο ποιητής μικρός». 

«Τι έκαναν ο Καρτέσιος και ο Κάντιος; Χάραξαν, με μεγαλύτερη ή μικρότερη ακρίβεια, τα όρια αυτού που ο Καρτέσιος ονόμασε “la raison naturelle sans la lumiere de la foi” ή, με διαφορετικά λόγια, “les principles de toutes les verities que l’esprit humain peut savoir” (Les Principes de la Philosophie, 1644). Αντίθετα με τους απογόνους ή τους συνεχιστές τους, και ο Καρτέσιος και ο Κάντιος, είχαν τόσο μυαλό, τόση “raison naturalle” ή “raison naturalle toute pure” (Discours de la Methode, 1637), ώστε να μην ανακατέψουν τα πράματα, αλλά να διαστείλουν καθαρά με το μυαλό αυτό, από τη μια μεριά “la raison naturalle” και από την άλλη, την πίστη τους, “la lumiere de la foi”. Χαράζοντας τα όρια τούτα πρόσφεραν υπηρεσία μεγάλη για να διαλύσουν, τόσο τη σύγχυση που υπήρχε πρωτύτερα γύρω από το θέμα, όσο και αργότερα τη νέα σύγχυση που δημιούργησαν οι απόγονοι και οι συνεχιστές τους, ανακατεύοντας “la raison naturalle” και “la lumiere de la foi” ή βάζοντας τη μια να επιβουλεύεται και να υπονομεύει την άλλη. Το τελευταίο αυτό ποτέ δεν το διανοήθηκαν – καταπώς μαρτυρούν τα γραφτά τους – μήτε ο Καρτέσιος μήτε ο Κάντιος. Είχαν αρκετό μυαλό (με το παραπάνω) και οι δύο τους, ο ένας “raison naturalle” ο άλλος “reine Vernunft”, ώστε να μην πέσουν στη λούμπα αυτή, μέσα στην οποία κατά κανόνα βολοδέρνουν οι νεότεροι – με έναν λόγο ο νεότερος κόσμος. Τη νέα σύγχυση, ανάμεσα στους απογόνους ή τους συνεχιστές, την προκάλεσε – για να λέμε και του στραβού το δίκιο – η σχεδόν αποκλειστική επίδοση και απασχόληση, και του Καρτέσιου και του Κάντιου, με τη “raison naturalle” (και πολύ λιγότερο ή σχεδόν καθόλου με τη “lumiere de la foi”). Αλλά και πώς να γινόταν διαφορετικά, αφού εκεί βρισκόταν η δυνατή πλευρά του μυαλού τους, η προτίμηση, και η κλίση τους;» 


ΖΗΣΙΜΟΣ ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΣ. (2009). Collectanea. Αθήνα: Δόμος, σσ. 212 [418], 235-236 [465].

Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2020

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3ο: ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΓΝΩΣΗ. ΕΝΟΤΗΤΑ 3η: Θεωρίες για την πηγή της Γ Ν Ω Σ Η Σ. 1. Ορθολογισμός (ρασιοναλισμός)

























ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ - ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ

Στους/στις μαθητές/τριες της Β΄ Λυκείου, 
με αφορμή τη Διαδικτυακή συζήτησή μας για τον Rene Descartes


«Η φύση της φιλοσοφικής εργασίας μπορεί ακόμα να ανιχνευτεί μέσα από μια έρευνα των αποτελεσμάτων της. Καθώς τα φιλοσοφικά προβλήματα λειτουργούν σαν κινητήριες δυνάμεις του φιλοσοφείν και οι μέθοδοι χρησιμοποιούνται σαν εναλλακτικοί δρόμοι έρευνας, εκείνο που απομένει να δούμε σ’ αυτή τη διαδικασία είναι ποια αποτελεσματικά όπλα χρησιμοποιούνται για να καταστραφούν οι ιδέες των αντιπάλων ή για να προβληθούν απλά θέσεις. Τα αποτελεσματικά όπλα που χρησιμοποιούνται στον φιλοσοφικό αγώνα είναι τα επιχειρήματα. Μπορεί μάλιστα να δείξει κανένας πως η φιλοσοφία δεν αποτελείται παρά μόνο από επιχειρήματα. Η φιλοσοφία φαντάζει συχνά σαν το βασίλειο της λογικής και του επιχειρήματος. Ακόμα και τα ανορθόλογα φιλοσοφήματα είναι συνθέσεις που η δύναμή τους τελικά δεν οφείλεται παρά σε ευρήματα του επιχειρηματολογικού δαίμονα. Φιλοσοφώ σημαίνει επιχειρηματολογώ. Αν δεν επιχειρηματολογώ πια, δεν εκφράζω τίποτε φιλοσοφικό, οτιδήποτε κι αν κάνω. 
»Είναι δύσκολο να πούμε τι είναι γενικά ένα επιχείρημα και πολύ πιο δύσκολο να μιλήσουμε για τη φύση του φιλοσοφικού επιχειρήματος. Είναι περίπου σαν να θέλουμε να κάνουμε λόγο για τη φύση της φιλοσοφικής εργασίας. Γενικά, επιχείρημα είναι ένα σχήμα σκέψης που λέει τι είναι αληθινό και τι ψεύτικο. Ένα τέτοιο σχήμα, για να είναι αποτελεσματικό όπλο, πρέπει να είναι οπωσδήποτε λογικά ισχυρό ή ακαταμάχητο. Γιατί εκείνος που χρησιμοποιεί αυτό το όπλο θέλει να αναιρέσει τις αντίπαλες ιδέες, να τις υπονομεύσει ή να τις παραμερίσει. Τελικά, αποσκοπεί να μας πείσει· θέλει, λοιπόν, ν’ αλλάξει τις ιδέες μας.
»Για την ακρίβεια, ένα φιλοσοφικό επιχείρημα δεν θέλει μονάχα να πει τι είναι αληθινό, αλλά και να αμφισβητήσει τρέχουσες ιδέες και απόψεις ή θεωρίες και ακόμα να τις καταστρέψει. Το επιχείρημα, π.χ., του Ντεκάρτ "σκέφτομαι, άρα υπάρχω" θέλει απλά να πει πως φτάνουμε στη βεβαιότητα της ύπαρξής μας μέσα από το γεγονός πως παράγουμε σκέψεις».


ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΒΕΪΚΟΣ. (1999). Ιστορία και Φιλοσοφία. Δοκίμιο για μια κοινωνική κατανόηση της Φιλοσοφίας. Αθήνα: Θεμέλιο, σσ. 52-53.

Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2020

Οριακές καταστάσεις

«Ας εξετάσωμε τη θέση μας, ως άνθρωποι. Τελούμε πάντοτε κάτω από ορισμένες καταστάσεις (situationen). Οι καταστάσεις μεταβάλλονται, οι ευκαιρίες προβάλλουν. Αν τις χάσωμε, δεν ξαναγυρνούν. Μπορώ ο ίδιος να εργαστώ για την αλλαγή μιας κατάστασης. Υπάρχουν όμως και καταστάσεις που διατηρούν την ουσία τους, έστω κι’ αν η στιγμιαία τους εμφάνιση τροποποιείται και η ακαταγώνιστη ισχύς τους καλύπτεται κάτω από πέπλο: πρέπει να πεθάνω, να υποφέρω, να αγωνιστώ, υπόκειμαι στην τύχη, εμπλέκομαι αφεύκτως στην ενοχή. Αυτές τις θεμελιακές καταστάσεις της ύπαρξής μας τις ονομάζομε ο ρ ι α κ έ ς   κ α τ α σ τ ά σ ε ι ς. Δηλαδή, πρόκειται για καταστάσεις, που δεν μπορούμε να τις υπερβούμε, δεν μπορούμε να τις αλλάξωμε. Η συνειδητοποίηση αυτών των καταστάσεων, μετά από το θαυμασμό και  την αμφιβολία, αποτελεί τη βαθύτερη πηγή της φιλοσοφία. Στην καθημερινή μας ζωή συχνά τις αποφεύγομε, καθώς κλείνομαι τα μάτια μας μπροστά τους και ζούμε σαν να μην υπήρχαν καθόλου. Ξεχνάμε πως πρέπει να πεθάνωμε, ξεχνάμε την ενοχή μας και πως είμαστε έρμαια της τυχαιότητας. Και έτσι έχομε να κάνωμε μόνο με τις συγκεκριμένες καταστάσεις, που τις κυριαρχούμε προς το συμφέρον μας και έναντι των οποίων αντιδρούμε στον κόσμο αυτό με σχέδιο και δράση, ωθημένοι από τα ενδιαφέροντα της καθημερινής ζωής μας. Αλλά έναντι των οριακών καταστάσεων αντιδρούμε είτε με την απόκρυψή τους, είτε – όταν πράγματι τις βλέπωμε καθαρά – με την απελπισία και τη μεταστροφή: γινόμαστε οι εαυτοί μας με τη μεταμόρφωση της συνείδησης που έχομε για το Είναι». 


ΚΑΡΛ ΓΙΑΣΠΕΡΣ. (1983). Εισαγωγή στη Φιλοσοφία, (εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια Χρήστου Μαλεβίτση). Αθήνα: Δωδώνη, σσ. 108-109.